Ένα δείγμα αίματος από τη μέλλουσα μητέρα και ένα δείγμα σάλιου από τον μέλλοντα πατέρα ήταν αρκετά ώστε να αποκωδικοποιηθεί το γονιδίωμα ενός εμβρύου 18 εβδομάδων.
Το επίτευγμα που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Science Translational Medicine» ανήκει σε ειδικούς του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον και εκτιμάται ότι ανοίγει τον δρόμο για την ανάπτυξη ενός γενετικού τεστ που θα «σαρώνει» τα έμβρυα για χιλιάδες γενετικές διαταραχές προτού καν έλθουν στον κόσμο.
Την ίδια στιγμή όμως εγείρει και ηθικά ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα των αγέννητων εμβρύων.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τμήματα του DNA του εμβρύου τα οποία «κολυμπούν» με φυσικό τρόπο στο αίμα της εγκύου.
Στη συνέχεια αυτά τα κομμάτια του γενετικού «παζλ» ενώθηκαν με «πυξίδα» το DNA των γονέων προκειμένου να δημιουργηθεί ένας πλήρης «χάρτης» του εμβρυϊκού γονιδιώματος.
Η ακρίβεια αυτού του «χάρτη» αποδείχθηκε μετά από σύγκρισή του με το ίδιο το DNA του παιδιού που ήλθε στον κόσμο – οι ειδικοί έλαβαν δείγμα γενετικού υλικού από τον ομφάλιο λώρο του νεογέννητου. Όπως φάνηκε ο γενετικός «χάρτης» που αφορούσε το έμβρυο των 18 εβδομάδων εμφάνιζε ακρίβεια της τάξεως του 98%.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η νέα γνώση θα μπορεί να οδηγήσει σε διάγνωση γενετικών διαταραχών οι οποίες δεν εμφανίζονται στους γονείς αλλά «γεννιούνται» στα ωάρια, στα σπερματοζωάρια ή κατά τη διάρκεια της σύλληψης.