ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΓΚΥΟΥ ΣΕ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ.

Εάν η εγκυμοσύνη δεν είναι γνωστή και η έγκυος εκτεθεί σε ακτινοβολία, το πρώτο πράγμα που πρέπει να ακολουθήσει είναι η αξιολόγηση των δεδομένων της ακτινοβόλησης (είδος και στοιχεία εξέτασης, εκτίμηση της δόσης στο κύημα, φάση ανάπτυξής του). Η εκτίμηση της δόσης στο κύημα είναι απαραίτητη για τον περαιτέρω υπολογισμό της πιθανότητας εμφάνισης κάποιου προβλήματος σε αυτό. Σε περίπτωση που κατά την έκθεση, η μήτρα της εγκύου βρίσκεται εκτός της πρωτεύουσας δέσμης της ακτινοβολίας, ή εκτιμάται ότι η δόση στο κύημα δεν υπερβαίνει το 1mSv, περαιτέρω δοσιμετρικοί υπολογισμοί δεν θεωρούνται απαραίτητοι.

Σύμφωνα με τις Οδηγίες τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, για δόσεις στο κύημα μικρότερες των 100 mSv η διακοπή της κύησης πρέπει να αποκλείεται. Για δόσεις μεγαλύτερες των 100mSv, η απόφαση για τη διακοπή της κύησης ανήκει αποκλειστικά στο οικογενειακό περιβάλλον του κυοφορούμενου παιδιού, αφού πρώτα αναλυθούν και συζητηθούν με τους ειδικούς τα ιατρικά δεδομένα και οι τυχόν επιπτώσεις στο παιδί. Στη λήψη απόφασης πρέπει να συνεκτιμηθούν οικογενειακοί, κοινωνικοί, ψυχολογικοί και προσωπικοί παράγοντες. Τονίζεται ότι σύμφωνα με την ίδια οδηγία, ακόμη και για δόσεις στο κύημα της τάξης των μερικών εκατοντάδων mSv, δεν συνιστάται σε όλες τις περιπτώσεις διακοπή της κύησης. Επισημαίνεται ότι σε καμία περίπτωση δεν αναμένονται δόσεις της τάξης των 100 mSv στο έμβρυο κατά τις συνήθεις διαγνωστικές εξετάσεις (ακτινολογικές ή πυρηνικής ιατρικής). Ενδέχεται να υπάρξουν στην ακτινοθεραπεία και σε ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις (π.χ. επεμβατικές πράξεις και σύνθετες εξετάσεις αξονικής τομογραφίας κοιλιακής χώρας), όπου το κύημα εκτίθεται σε ισχυρές δέσμες ακτινοβολίας για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Δεν δικαιολογείται για κανένα λόγο η διακοπή της κύησης σε περιπτώσεις που η έγκυος υποβληθεί σε ακτινολογικές εξετάσεις κατά τις οποίες, η μήτρα βρίσκεται εκτός της κύριας δέσμης ακτινοβολίας (π.χ. α/γ θώρακα, α/γ ΑΜΣΣ, α/γ άκρων, μαστογραφία, οδοντιατρικές α/γ, αξονική τομογραφία κεφαλής και θώρακα κλπ). Οι δόσεις στο κύημα είναι τόσο χαμηλές (μικρότερες του 1mSv), ώστε δεν επιφέρουν βλάβες σε αυτό, ενώ η πιθανότητα στοχαστικών αποτελεσμάτων είναι αμελητέα.